ΤΑ ΚΑΒΟΥΡΑΚΙΑ
|
Μουσική και στίχοι: Βασίλης Τσιτσάνης
Στου γιαλού τα βοτσαλάκια κάθονται δυο καβουράκια Πάει ο κάβουρας το βράδυ, βρίσκει το τσαρδί ρημάδι Το ξημέρωμα ροδίζει και ο κάβουρας γυρίζει |
|
Εδώ μπορείτε να ακούσετε το τραγούδι: |
Λεξιλόγιο |
|
| ο κάβουρας, το καβούρι, θηλ. η καβουρίνα: | Krabbe, Krebs |
| το βότσαλο: | Kieselstein |
| έρμος –η –ο: | unglücklich |
| παραπονεμένος –η –ο: | traurig |
| καημένος –η –ο: | arm, bedauernswert |
| η τσάρκα, ο περίπατος, η βόλτα: | Spaziergang |
| ο σπάρος, diplodus: | Meerbrasse |
| η Ραφήνα – λιμάνι στις ακτές της Ανατολικής Αττικής: | Hafenstadt in Attika |
| ο γιαλός: | Strand |
| το τσαρδί, πρόχειρα φτιαγμένο σπιτάκι, καλύβι: | ärmliches Haus, Hütte |
| ρημάδι: | Ruine |
| η φαμελιά, η φαμίλια, η οικογένεια: | Familie |
| τραβάω τα μαλλιά μου, βρίσκομαι σε απόγνωση: | sich die Haare raufen, verzweifelt sein |
| βάζω πλώρη, ξεκινώ για κάπου: | aufbrechen |
| κούτσα κούτσα: | hinkend |
| πετυχαίνω – εδώ: βρίσκω: | hier: finden |
| το ξημέρωμα, το χάραμα, η αυγή: | Tagesanbruch |
| ροδίζω, αποκτώ ρόδινο χρώμα, ροδοκοκκινίζω: | rot werden, sich röten |
| η συμβία, η σύζυγος: | Gattin Ehefrau |
| ο ξενύχτης, θηλ. η ξενύχτισσα: | Nachtschwärmer |
| ρηχός –ή –ό, που δεν έχει πολύ βάθος: | seicht |
| τα ρηχά: | seichtes Wasser |
Γραμματική |
||
| Ενεστώτας | Αόριστος | Παθητική Μετοχή |
| -νομαι -ζομαι |
-θηκα -στηκα |
-μενος -σμενος |
|
παραπονιέμαι πληρώνομαι ετοιμάζομαι λούζομαι γυμνάζομαι ντύνομαι χάνομαι φωτίζομαι ονομάζομαι σκουπίζομαι χτενίζομαι αγαπιέμαι συμπληρώνομαι διορθώνομαι |
παραπονέθηκα πληρώθηκα ετοιμάστηκα |
παραπονεμένος πληρωμένος ετοιμασμένος |
Συμπληρώστε τα κενά με την Παθητική Μετοχή των ρημάτων
Ασκήσεις
|

